Σαν σήμερα στις 3 Ιουλίου 1971, έφυγε από τη ζωή oΤζιμ Μόρισον

Σαν σήμερα στις 3 Ιουλίου 1971, έφυγε από τη ζωή, ο Τζιμ Μόρισον, ο θρυλικός Αμερικανός τραγουδιστής, στιχουργός και ποιητής, μέλος του συγκροτήματος The Doors. Η πλούσια σε εικόνες στιχουργική του, σε συνδυασμό με το εκλεκτικό ψυχεδελικό ροκ του συγκροτήματος, τον έχουν αναγάγει σε μία από τις επιδραστικότερες φυσιογνωμίες στην ιστορία του ροκ εντ ρολ, ενώ η προκλητική σκηνική παρουσία του έχει βρει εκατοντάδες μιμητές.



Ενδεχομένως η εικόνα που έχουν οι νεότερες γενιές για τον Τζιμ Μόρισον είναι αυτή του εκκεντρικού, του θρυλικού ροκ σταρ, που κατανάλωνε  ναρκωτικά, πέταγε τα ρούχα του κι έκανε εξαλλοσύνες στη σκηνή προκαλώντας μέχρι και τη σύλληψή του.

Η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Ναι, υπήρξε ο εκκεντρικός ροκ σταρ που έκανε στη σκηνή ό,τι του κατέβαινε, πολύ απλά «…από περιέργεια» όπως είχε πει κάποτε. «Για να δω τι θα γίνει μετά». Και ναι, υπήρξε ο αιρετικός, ροκ σταρ που μεθούσε και περνούσε ατελείωτες ερωτικές βραδιές με θαυμάστριες.

Ήταν όμως και ένας άνθρωπος με υψηλότατο IQ, μόρφωση και πνευματική καλλιέργεια, με επιρροές από σκοτεινούς ποιητές και συγγραφείς, από Γουίλιαμ Μπλέικ, Μποντλέρ και Ρεμπό, από τον Αμερικανό Τζακ Κέρουακ αλλά και από τον Γάλλο Λουί Φερντινάν Σελίν. Κι ήταν κι ο ίδιος ένας από αυτούς, ένας ποιητής ο οποίος έγραφε στίχους και τραγούδια.  Ηταν ο ροκ σταρ που διασκεύασε την Όπερα της Πεντάρας των Μπρεχτ και Κουρτ Βάιλ (στο μυθικό Alabama song), ήταν ένας άνθρωπος που έζησε και πέθανε όπως γράφει και η επιγραφή που υπάρχει στον τάφο του στα ελληνικά: «Κατά τον δαίμονα εαυτού». Όπως του υπαγόρευσαν οι Θεοί και δαίμονες που κρύβονταν μέσα του, κάτω από το κολλητό δερμάτινο παντελόνι του…

Ο Τζιμ Μόρισον (Jim Morrison) – Τζέιμς Ντάγκλας Μόρισον το πλήρες όνομά του γεννήθηκε στις 8 Δεκεμβρίου του 1943 στη Μελβούρνη της Φλώριδας. Ο πατέρας του ήταν ανώτατος αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ και η οικογένεια Μόρισον συχνά τον ακολουθούσε στις διάφορες μεταθέσεις του. Ο νεαρός Τζιμ έζησε σ’ ένα αυταρχικό οικογενειακό περιβάλλον κι έτσι μπορεί να εξηγηθεί η ιδιόρρυθμη επαναστατικότητά του, που εκδήλωνε στη σκηνή. Όταν άρχισε να γίνεται γνωστός δήλωνε ψευδώς ότι και οι δύο γονείς του ήταν πεθαμένοι.



The Doors


Ο Τζιμ Μόρισιν αποφοίτησε από το κολέγιο του Σεντ Πίτερσμπεργκ και παρακολούθησε για ένα χρόνο μαθήματα στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Φλώριδας. Το 1964 συνέχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Λος Άντζελες (UCLA), παρακολουθώντας μαθήματα κινηματογράφου και θεάτρου. Την ίδια εποχή ενδιαφέρθηκε για την ποίηση του Γουίλιαμ Μπλέικ και τη φιλοσοφία του Φρίντριχ Νίτσε, ενώ άρχισε να γράφει τα δικά του ποιήματα και να πειραματίζεται με τα ναρκωτικά και ιδιαίτερα με το LSD.

Ο ίδιος δηλώνει: «Είμαι απλώς ένας έξυπνος, ευαίσθητος άνθρωπος, ο οποίος διαθέτει την ψυχή ενός κλόουν, που πάντα εκδηλώνεται την πιο κρίσιμη στιγμή…».

Το 1965, μαζί τον συμφοιτητή του Ρέι Μάνζαρεκ, που έπαιζε σε τοπικές μπλουζ μπάντες, αποφάσισαν να σχηματίσουν ένα συγκρότημα. Το ονόμασαν The Doors από το βιβλίο του άγγλου συγγραφέα Άλντους Χάξλεϊ The Doors of Perception. Το συγκρότημα συμπληρώθηκε με τους Ρόμπι Κρίγκερ (κιθάρα) και Τζον Ντένσμορ (ντραμς). Μία σύνθεση ασυνήθιστη, χωρίς μπάσο, την έλλειψη του οποίου αναπλήρωσαν τα κίμπορντς του Μάνζαρεκ.

Το ’66, οι Doors παρουσιάζουν το «Light my fire» που φτάνει στο νούμερο ένα των τσαρτς και τους κάνει διάσημους. Το κοινό τρελαίνεται με τη μουσική, τους στίχους και τη σκηνική παρουσία του Μόρισον. Μετατρέπεται στο απόλυτο είδωλο των επαναστατημένων νέων. Ο ίδιος δηλώνει: «Είμαι απλώς ένας έξυπνος, ευαίσθητος άνθρωπος, ο οποίος διαθέτει την ψυχή ενός κλόουν, που πάντα εκδηλώνεται την πιο κρίσιμη στιγμή…».

Ο Μόρισον στην αρχή ήταν αρκετά ντροπαλός επί σκηνής. Όταν τραγουδούσε απέφευγε να κοιτάει κατά πρόσωπο το κοινό και συχνά του γύριζε την πλάτη από συστολή. Γρήγορα, όμως, βγήκε από το καβούκι του. Άρχισε να πετάει γύρω του το μικρόφωνο και να το χρησιμοποιεί ως φαλλικό σύμβολο. Καθώς οι Doors εκτοξεύτηκαν στο μουσικό στερέωμα, ο Μόρισον άρχισε να συμπεριφέρεται αλλόκοτα, απειλώντας τη σταθερότητα του συγκροτήματος. Σ’ ένα άγριο μεθύσι του κατέστρεψε τον μουσικό εξοπλισμό του και παραλίγο να προκαλέσει τη διάλυση των Doors.

Επί σκηνής, άρχισε να προκαλεί τα συντηρητικά ήθη της Αμερικής, με συνεχόμενα μπαράζ βλασφημιών, από τις οποίες ξεχωριστή θέση είχαν οι διάφορες μιμήσεις της σεξουαλικής πράξης. Μπορεί η θεατρικότητα της σκηνικής του παρουσίας να προκαλούσε το παραλήρημα των πιστών οπαδών του, αλλά ταυτόχρονα τέθηκε στο στόχαστρο των αρχών και της αστυνομίας.

Πολλές φορές συνελήφθη μετά από συναυλία για παραβίαση των χρηστών ηθών, ενώ κάποιες άλλες συναυλίες τους απαγορεύτηκαν για λόγους δημοσίας τάξεως. Στις 20 Σεπτεμβρίου του 1970 καταδικάστηκε σε καταναγκαστικά έργα έξι μηνών για έργω εξυβρίσει, επειδή είχε δείξει τα γεννητικά του όργανα στο κοινό, κατά τη διάρκεια συναυλίας των Doors στο Μαϊάμι την άνοιξη του 1969.



Το 1971 αποφάσισε να αποφορτιστεί από το εναντίον του κλίμα που είχε διαμορφωθεί στις ΗΠΑ και μαζί με τη σύντροφό του Πάμελα Κούρσον (1946-1974) εγκαταστάθηκε στο Παρίσι για να ασχοληθεί απερίσπαστος με την ποίηση. Ένα χρόνο πριν είχε κυκλοφορήσει η ποιητική του συλλογή The Lord and Creatures.

Όμως, στις 3 Ιουλίου 1971 βρέθηκε νεκρός στο μπάνιο του διαμερίσματος, σε ηλικία 27 ετών. Η επίσημη εκδοχή του θανάτου του ήταν καρδιακή προσβολή. Τάφηκε στη «γωνιά των ποιητών» του ονομαστού παρισινού νεκροταφείου «Περ Λασέζ», κοντά στους Μπαλζάκ, Μολιέρο και Όσκαρ Γουάιλντ.

Ο Τζιμ Μόρισον, σε αντίθεση με άλλους καλλιτέχνες της ψυχεδελικής μουσικής που έτειναν προς τον μυστικισμό, είδε τη διεύρυνση της συνείδησης ως ένα τρόπο να διεισδύσει στη σκοτεινή περιοχή του ασυνειδήτου και τις ανομολόγητες επιθυμίες του ανθρώπου. Οι στίχοι του κυριαρχούνται από τη λαγνεία της βίας, του σεξ, του αλκοόλ, των ναρκωτικών, της αυτοκαταστροφής και καθετί απαγορευμένου από τη συντηρητική Αμερική, και προσπάθησε να τα εφαρμόσει και στην προσωπική του ζωή όσο καλύτερα μπορούσε.

Για εκείνον το σεξ, όπως είχε πει «…ήταν γεμάτο ψέμματα. Το κορμί προσπαθεί να πει αλήθειες, αλλά είναι συνήθως τόσο κακοποιημένο από κανόνες και δεσμευμένο από προσχήματα, που με το ζόρι μπορεί να κινείται. Σακατεύουμε τους εαυτούς μας με ψέμματα…».

Όσο για την αγάπη είχε πει «…η αγάπη δεν μπορεί να σε σώσει από τη μοίρα σου». Οπότε; Δείξε μου τον δρόμο για το επόμενο μπουκάλι ουίσκι. Oh, don’t ask why, οh, don’t ask why, I tell you, I tell you, I tell you we must die…

Σχετικά